Βαρβάκειος αγορά. Διήγημα Πάρις Κουτρουμανός

Ο Τάκης ο Κουδούνας

Το καλοκαίρι του “βρώμικου” ’89, με το που τελείωσαν οι εξετάσεις έπιασα ξανά δουλειά στο μαγέρικο του Σιδέρη. Ημερήσια βάρδια στην λάντζα. Είχα κάνει συμφωνία με την κυρία Τασία να της δουλέψω την άδεια. “Άμα δεν βρούνε αντικαταστάτη δεν θα μου δώκουνε την άδεια. Πες εσύ ότι θα δουλέψεις και έχω κανονίσει να πάρεις ό,τι […]

Ο Τάκης ο Κουδούνας Διάβασέ Το Όλο (είναι Άλλο) »

Δύσκολα ατελείωτα καλοκαίρια

Δύσκολα ατελείωτα καλοκαίρια. Νομίζεις αρχικά πως θα σε λυτρώσουν από τους χειμώνες που έμεινες κλεισμένος, στριμώχτηκες επαγγελματικά, οικονομικά, και έρχονται και σε βαράνε στα πλευρά αλύπητα. Χάνουμε ανθρώπους που αγαπήσαμε, τόπους που ζήσαμε, συνήθειες απλές, το χωριό μας, την αγαπημένη μας παραλία, τους τόπους που παίξαμε, που δημιουργήσαμε. Απροσπέλαστα όλα από αρρώστια και φωτιά. Εκεί

Δύσκολα ατελείωτα καλοκαίρια Διάβασέ Το Όλο (είναι Άλλο) »

Η δικιά μας Αρτζεντίνα

[Λευκό σακάκι. Λευκό παντελόνι. Καλοκαίρι, έξω από την Αρτζεντίνα. Τα μάτια δακρυσμένα. Είχανε χάσει κάτι και το έψαχναν.] […] [Μας κλείσανε σε βαθιά κελιά. Που ‘ναι ρε συ να πάμε με τα καλοκαιρινά μας, τα λινά μας, στην “Αρτζεντίνα του καθενός μας” να ακούσουμε μια πενιά; Να σπάσουμε λίγο γύψο να σπάσει η γκαντεμιά. Να

Η δικιά μας Αρτζεντίνα Διάβασέ Το Όλο (είναι Άλλο) »

Οδηγός επιβίωσης για Υποψήφιους Δημοτικούς Συμβούλους.

Λοιπόν, τώρα που τελείωσε ο πρώτος γύρος των αυτοδιοικητικών εκλογών θα ήθελα να γράψω 2-3 πράγματα, ως πολίτης αλλά και ως επαγγελματίας στον χώρο της διαδικτυακής προβολής, βασισμένος σε όλα όσα είδα και αυτήν την φορά κατά την προεκλογική περίοδο. Κράτα το άρθρο κάπου καλά. Ίσως θα το χρειαστείς σε 4 χρόνια.   Αγαπημένε μου,

Οδηγός επιβίωσης για Υποψήφιους Δημοτικούς Συμβούλους. Διάβασέ Το Όλο (είναι Άλλο) »

Ψητοπωλείο το “Ιδανικόν”

Το μαγαζί ήταν ΑΕΚ. Κίτρινοι τοίχοι, μαύρες μπορντούρες, δικέφαλοι, κίτρινα καπελάκια και μαύρες ποδιές. Δεξιά από την πόρτα, με το που έμπαινες, σε μια κολώνα, μια ολόσωμη φωτογραφία του Θωμά Μαύρου. Καθόμουν αντίκρυ από την είσοδο και παρατηρούσα κάποιους από τους μυημένους θαμώνες με το που έμπαιναν, έκαναν μισή μεταβολή και σταυροκοπιόντουσαν μπροστά στην φιγούρα

Ψητοπωλείο το “Ιδανικόν” Διάβασέ Το Όλο (είναι Άλλο) »

Ο «εκτυπωτής».

Η πόρτα από το μικρό καμαράκι που βρισκόταν το εκτυπωτικό μηχάνημα που τυπώναμε τις φωτογραφίες άνοιξε απότομα. Γύρισα, ήμουν μονάχος και τακτοποιούσα τα καρούλια του χαρτιού ανάμεσα σε μυρωδιές από τα χημικά. Στεκόταν στο κατώφλι, ψηλός, αναποφάσιστος και στεναχωρημένος. Δεν τον ήξερα. Μπήκε. -Εσύ είσαι αυτός που τυπώνει τις φωτογραφίες που πουλάτε στο μαγαζί; Το

Ο «εκτυπωτής». Διάβασέ Το Όλο (είναι Άλλο) »

Τον είχε ξεμυαλίσει!

Έτρωγε κοκκινιστό με πατατούλες τηγανητές και προσπαθούσε να βουτήξει μια σπασμένη φρυγανιά στην σάλτσα. Παρόλο αυτά χαμογελούσε. Λίγο νωρίτερα την είχε ρωτήσει εάν σήμερα είχε αγοράσει ψωμί. Το είχε ξεχάσει. «Τι έχεις πάθει τελευταία και όλο ξεχνάς πράγματα» τόλμησε να πει. «Με έχεις ξεμυαλίσει!» του λέει! Πήρε μια φρυγανιά ακόμα.   Photo credit: Vivi Kotoula

Τον είχε ξεμυαλίσει! Διάβασέ Το Όλο (είναι Άλλο) »

“Δεν είναι για σένα η μοναξιά φίλε”

Αρχές Αυγούστου. Είχα επιλέξει να μην πάω πουθενά. Να μείνω πίσω. Ούτε στην Αθήνα θα πέρναγα καλά, ούτε στο χωριό. Το τηλέφωνο χτυπούσε απανωτά. Απάντησα στα πρώτα τηλεφωνήματα μόνο. “Που είσαι; Γιατί δεν θα έρθεις;” Στον δεύτερο γύρο τηλεφωνημάτων δεν έκανα τον κόπο καν να το σηκώσω. Είχα παραιτηθεί. Δεν ήθελα τίποτα άλλο πέρα από

“Δεν είναι για σένα η μοναξιά φίλε” Διάβασέ Το Όλο (είναι Άλλο) »

Στα δυο χιλιάδες πόδια

Πλησιάζω στο πάγκο. Ψάχναμε ώρα για φθηνογκάτζετ. Όλο βρακιά, κουζινικά και μαξιλαροθήκες είχε. Μόνο η σύζυγος σταματούσε. Εμείς είχαμε μαστουρώσει από την τσίκνα που γέμιζε τους διαδρόμους του παζαριού και κοιτάγαμε να βρούμε τραντζίστορς και φακούς επαναφορτιζόμενους. Κάποια στιγμή ο μικρός ανακαλύπτει σε μια γωνία έναν. “Να, έλα, εδώ έχει”. Ο τύπος φορούσε δημοσιογραφικό γιλέκο

Στα δυο χιλιάδες πόδια Διάβασέ Το Όλο (είναι Άλλο) »

Με μια ανθοδέσμη αγκινάρες

Το μαγαζί, ο θεός να το κάνει μαγαζί, ήτο παραλιακό. Βασικά ούτε μαγαζί δεν ήτανε. Μια τροχοβίλα στηριγμένη πάνω σε τέσσερις τσιμεντόλιθους. Ο φωτισμός στο περιβάλλοντα χώρο ερχόταν από μια τεραστίων διαστάσεων μεταλλική κολώνα που στηριζόταν σε μια οκταγωνική βάση από μπετό. Ήταν η τελευταία κολώνα του λιμανιού και η μοναδική πηγή φωτός. Τα τραπεζάκια,

Με μια ανθοδέσμη αγκινάρες Διάβασέ Το Όλο (είναι Άλλο) »

Αμαρκέ

-«Τι σημαίνει αμαρκέ;» ρώτησε το παλικάρι, τσικγλίζοντας με για να ακούσει ακόμα μια μικρή ιστοριούλα. Και του απάντησα:
Παλιά, στα μαγαζιά οι σερβιτόροι με το που ξεκινούσαν την βάρδια,

Αμαρκέ Διάβασέ Το Όλο (είναι Άλλο) »

Όσο αναβοσβήνουν τα φέξια

Νοέμβριος του ’95. Κάλυμνος. Έξι ώρα, χαράματα, πέρασα την πόρτα του ξενοδοχείου ζωσμένος με τα πράγματα, που κουβαλούν συνήθως οι εμπορικοί αντιπρόσωποι στα ταξίδια τους και κατευθύνθηκα πεζός για την άλλη άκρη του λιμανιού. Έφτασα έξω από το μικρό φέρυ και με ένα βλέμμα ο ναύτης μου έκανε νόημα. «Ανέβα». Άφησα την βαλίτσα και ένα

Όσο αναβοσβήνουν τα φέξια Διάβασέ Το Όλο (είναι Άλλο) »

Exit mobile version